Tag Archives: Δημήτρης Θεοχάρης

Το ξύπνημα από το λήθαργο

image

Ανασκαφή εν Αραφήνι. Ραφήνα 1952 Από τα Πρακτικά της Αρχαιολογικής Εταιρείας (ΠΑΕ).

image

Φωτογραφικό Αρχείο Μουσείου Μπενάκη. Νικόλαος Τομπάζης, Ραφήνα 1952

Δυο φωτογραφίες που έχουν για τα καλά τη δύναμη να ξορκίζουν τη λήθη του πανδαμάτορα χρόνου.

Στην πραγματικότητα πρόκειται, βέβαια, για την ίδια φωτογραφία που τράβηξε ο Νικόλαος Τομπάζης το 1952.

Η φωτογραφία χρησιμοποιήθηκε από τον αρχαιολόγο Δημήτριο Ρήγα Θεοχάρη για να υποδείξει τη θέση των τριών αρχαιολογικών χώρων όπου πραγματοποίησε ανασκαφές εκείνο το καλοκαίρι του 1952.

Ποιος ήταν, όμως, αυτός ο Θεοχάρης;

Ήταν ένας νεαρός αρχαιολόγος με καταγωγή από την ανεμόεσσα Σκύρο.

Η ειδικότητά του ήταν η Προϊστορική Αρχαιολογία.

Είχε το σπάνιο χάρισμα να μπορεί να ανακαλύπτει τους αρχαιολογικούς χώρους από τα όποια επιφανειακά ευρήματα έπεφταν στην αντίληψή του.

Στη Ραφήνα θα ξεκινήσει τις ανασκαφές του το 1951.

Έχει διαίσθηση ότι κάτι σπουδαίο θα ανακαλύψει σε τούτο το ήσυχο λιμανάκι της Αττικής.

Εκείνο τον καιρό μόνο ένα μεγάλο πλοίο αναχωρούσε από τούτο εδώ το λιμάνι, το “Κάρυστος” του Ιωάννη Τόγια.

Η προβλήτα όπου έδενε το “Κάρυστος” ήταν ένα παλιό τσιμεντόπλοιο των Γερμανών.

Το λιμάνι ήταν γεμάτο με λογής-λογής καΐκια.

Και εδώ, πάνω από τούτο το λιμάνι θα ανακαλύψει έναν Πρωτοελλαδικό Συνοικισμό που χρονολογείται κάπου μεταξύ του 3000 και του 2000 π.Χ.

Η τύχη θα σταθεί στο πλάϊ του σε όλη την παραμονή του στη μικρή Ραφήνα.

Ανακαλύπτει δύο καλά οργανωμένους Πρωτοελλαδικούς Οικισμούς, τρία χαλκουργεία (εργαστήρια κατεργασίας του μετάλλου), έναν μικρό οικισμό των Χαλκουργών και ένα Προϊστορικό Νεκροταφείο.

Όλα τούτα πάνω από το λιμάνι της Ραφήνας, κοντά στην εκβολή του Μεγάλου Ρέματος Ραφήνας και στο Ασκηταριό (πάνω από την παραλία Μαρίκες).

Στη φωτογραφία ο Δημήτρης Θεοχάρης υποδεικνύει τη θέση των τριών αρχαιολογικών χώρων της Ραφήνας:

Α – είναι η θέση του πρώτου Χαλκουργείου, είκοσι μέτρα από το κύμα της θάλασσας, στο αμμώδες αλίπεδο των εκβολών του Μεγάλου Ρέματος Ραφήνας.

Β – είναι η θεση των δύο χαλκουργικών εργαστηρίων στο σημερινό Πάρκο Κυρήνεια, πλησίον του ξενοδοχείου “ΑΥΡΑ”.

Γ – είναι η θέση της κορυφής του γηλόφου του προϊστορικού συνοικισμού της Ραφήνας.

Τα ευρήματα που βρέθηκαν ήταν πολλά και σημαντικά.

Οι προοπτικές ήταν λαμπρές.

Αλλά κάπου εκεί, αναγκάστηκε να διακόψει την ανασκαφή.

Φαίνεται ότι κάποιοι από τους ντόπιους δεν έβλεπαν με καλό μάτι τη συνέχιση της ανασκαφής.

Ίσως κάποιοι να φοβήθηκαν τότε πιθανές απαλλοτριώσεις.

Ίσως και κάτι ακόμα που κανείς δεν θα μάθει ποτέ.

Ο Θεοχάρης στρέφεται τότε προς το Ασκηταριό, δύο χιλιόμετρα προς τα νότια.

Και εδώ η τύχη θα σταθεί γεναιόδωρη μαζί του.

Θα ανακαλύψει έναν ακόμα Πρωτοελλαδικό Οικισμό, σύγχρονο με αυτόν της Ραφήνας, ο οποίος ξεκίνησε τη ζωή του λίγο νωρίτερα, στο τέλος της Νεολιθικής Εποχής.

Και εδώ, όμως, η ανασκαφή δεν θα ολοκληρωθεί.

Ο αρχαιολόγος θα πάρει μετάθεση για τη Θεσσαλία.

Τον περιμένει μια ακόμα μεγάλη ανακάλυψη, το Σέσκλο κοντά στο Βόλο.

Από το 1956 και πέρα το Ασκηταριό μοιάζει να βυθίζεται στη λήθη του χρόνου.

Εξήντα χρόνια μετά, εν έτη 2016, φαίνεται πως η αρχαιολογική σκαπάνη μπορεί να ακουστεί και πάλι πάνω από το λιμάνι της Ραφήνας.

Αιτία για αυτό φαινεται να αποτελεί η ανάπλαση της πλατείας ταχυδρομείου που κάποτε δημιουργήθηκε για να αποτελέσει παρακαταθήκη για τους αρχαιολόγους του μέλλοντος.

Ελπίζοντας πάντα σε ένα καλύτερο μέλλον για την ανολοκλήρωτη ανασκαφή του Θεοχάρη, ας διαβάσουμε λίγους από τους στίχους του Γιώργου Σεφέρη που φαίνεται να ταιριάζουν με όλο αυτό το σουρεαλιστικό και υπερεαλιστικό σκηνικό της αρχαιολογικής ανασκαφής του Δημήτρη Ρήγα Θεοχάρη.

Αυτό το μικρό κειμενάκι γράφτηκε από τον Θεμιστοκλή Λαζαρή και από μένα.

 

Γιώργος Σεφέρης

“Σαλαμίνα της Κύπρου

Από το Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ’

“Κάποτε ο ήλιος του μεσημεριού, κάποτε φούχτες η ψιλή βροχή

και τ’ ακρογιάλι γεμάτο θρύψαλα παλιά πιθάρια.
……………
Τότες άκουσα βήματα στα χαλίκια.
Δεν είδα πρόσωπα· σα γύρισα είχαν φύγει.
Όμως βαριά η φωνή σαν το περπάτημα καματερού,
έμεινε εκεί στις φλέβες τ’ ουρανού στο κύλισμα της θάλασσας

μέσα στα βότσαλα πάλι και πάλι”